Σοβαρά επεισόδια και ένταση επικρατούν στο Λος Άντζελες μετά από μαζικές συλλήψεις μεταναστών από την Υπηρεσία Μετανάστευσης και Τελωνείων (ICE), οι οποίες οδήγησαν σε διαδηλώσεις και συγκρούσεις με τις δυνάμεις ασφαλείας.
Στις 6 Ιουνίου, πραγματοποιήθηκαν συντονισμένες επιδρομές σε περιοχές όπως το Fashion District και το Paramount, με αποτέλεσμα τον εντοπισμό και τη σύλληψη περισσότερων από 100 ατόμων.
Οι διαδηλωτές, κυρίως από την κοινότητα των Λατίνων, αντέδρασαν έντονα, μερικές φορές με βίαιες συγκρούσεις με τις δυνάμεις ασφαλείας, οι οποίες χρησιμοποίησαν δακρυγόνα και χειροβομβίδες κρότου-λάμψης για να διαλύσουν το πλήθος .
Αντιδρώντας στην κλιμάκωση της βίας, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διέταξε την ανάπτυξη 2.000 στρατιωτών της Εθνοφρουράς στο Λος Άντζελες. Η απόφαση αυτή προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από τοπικούς αξιωματούχους, όπως ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια, Γκάβιν Νιούσομ, και η δήμαρχος του Λος Άντζελες, Κάρεϊν Μπας, οι οποίοι χαρακτήρισαν την κίνηση ως περιττή και προκλητική.
Η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU) προανήγγειλε νομικές ενέργειες κατά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ενώ πολιτικοί όπως ο γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς καταδίκασαν την απόφαση ως αυταρχική και επικίνδυνη για τις πολιτικές ελευθερίες. Αντίθετα, ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Μάρκγουεϊν Μάλλιν υπερασπίστηκε την παρέμβαση ως αναγκαία για την αποκατάσταση της τάξης .
Η κατάσταση παραμένει τεταμένη, με συνεχείς διαδηλώσεις και αυξημένη παρουσία των δυνάμεων ασφαλείας.
Η κυβέρνηση Τραμπ υποστηρίζει ότι οι επιχειρήσεις είναι απαραίτητες για την εθνική ασφάλεια, ενώ οι επικριτές τονίζουν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την έλλειψη διαφάνειας στις διαδικασίες.